Το εντερικό μικροβίωμα καθημερινά διαταράσσεται από πολλούς παράγοντες και επηρεάζεται άμεσα από την ένταση και την πίεση της καθημερινότητας.
Η διατάραξη του εντερικού μικροβιώματος μπορεί να οδηγήσει όχι μόνο σε γαστρεντερικές διαταραχές, αλλά ακόμα και στην εμφάνιση δερματικών εξανθημάτων, μυκητιάσεων ή στοματίτιδας.
Το κάπνισμα ή/και η υπερκατανάλωση αλκοόλ επηρεάζουν, επίσης, την ισορροπία των ωφέλιμων μικροοργανισμών του εντέρου.
Η υπερκατανάλωση ζωικών προϊόντων, ζάχαρης και επεξεργασμένων τροφών με την ταυτόχρονη μειωμένη λήψη φυτικών ινών, διαταράσσουν, επίσης, το εντερικό μικροβίωμα.
Η διατροφή επηρεάζει και έμμεσα το μικροβίωμα του εντέρου, μέσω της ποσότητας αντιβιοτικών και φυτοφαρμάκων, τα οποία φτάνουν στον οργανισμό από τρόφιμα ζωικής και φυτικής προέλευσης αντίστοιχα. Ενώ και η ποσότητα χλωρίου στο νερό δρα αρνητικά για τη μικροχλωρίδα του εντέρου.
Μεγάλη είναι και η σημασία της περιβαλλοντικής μόλυνσης και πως αυτή επηρεάζει όλους τους τομείς της υγείας, συμπεριλαμβανομένης της ισορροπίας του εντερικού μικροβιώματος.
Η απαιτητική καθημερινότητα και ψυχολογική επιβάρυνση σε συνδυασμό με την πάροδο της ηλικίας είναι από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες διατάραξης του εντερικού μικροβιώματος και της μείωσης του πληθυσμού Bifidobacterium.
Τα παραπάνω οδηγούν σε έξαρση συμπτωμάτων του γαστρεντερικού όπως το φούσκωμα, τα αέρια και ο κοιλιακός πόνος, τα οποία μπορεί να σχετίζονται και με το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου.
Σε απαιτητικές περιόδους με έντονο στρες και υψηλές ανάγκες η ενισχυμένη συμπλήρωση με προβιοτικά για την εξισορρόπηση του εντερικού μικροβιώματος και την ομαλή λειτουργία του εντέρου είναι απαραίτητη σε καθημερινή βάση.